Δαντέλ(λ)α, έργο χειρός ή μηχανής : διάτρητο υφαντό πλέγμα ειδικής μορφής από λεπτές κλωστές, διαταγμένες
σε διάφορα κοσμητικά σχέδια που επαναλαμβάνονται. Συνήθως έχει το σχήμα ταινίας και η μια της πλευρά τελειώνει σε γλώσσες σαν κύμα.
Τεχνικές παραγωγής δαντέλας είναι α) με βελόνα (needle lace), το ελληνικό (βελονάκι) β) με ξύλινες μπομπίνες (bobbin lace) το ελληνικό “κοπανέλι”.
Η τεχνική με το βελονάκι είναι γνωστή. Η εικόνα των γιαγιάδων αλλά και των νεότερων γυναικών να πλέκουν και να συζητούν είναι οικεία σε πολλούς από εμάς
αν όχι σε όλους. Η τεχνική με τις μπομπίνες, χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο παρελθόν, σήμερα χρησιμοποιείται σε μικρή κλίμακα και αναβιώνει σε μικρά εργαστήρια με συλλογικό χαρακτήρα σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Βασίζεται σε ένα σχέδιο αποτυπωμένο σε χαρτί το οποίο στερεώνεται σε ένα μαξιλάρι και πάνω του στερεώνονται μεγάλες καρφίτσες. Γύρω από τις καρφίτσες πλέκονται κλωστές δεμένες σε μικρές ξύλινες μπομπίνες τις οποίες, πολύ αριστοτεχνικά, χειρίζονται ανθρώπινα χέρια και δημιουργούν το σχέδιο.
Η Αρχαιότερη παρουσία δαντέλας στον ευρωπαϊκό χώρο μπορεί να θεωρηθεί αυτή της αρχαίας Ρώμης. Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει εργαλεία που μοιάζουν
με αυτά της παραγωγής δαντέλας τα οποία όμως δεν αναφέρονται σε πηγές.
Συγχρόνως δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα δείγματα κάποιας σχετικής τεχνικής για να αποδεικνύουν την παρουσίας της.
Η Σύγχρονη παρουσία της δαντέλας ξεκινά τον 15ο αιώνα. Αν και υπάρχει μια διαφωνία σχετικά με το αν η Ιταλία ή η Φλάνδρα είναι τα μέρη από όπου ξεκίνησε το πλέξιμο δαντέλας με τη βελόνα εντούτοις στη βόρεια και κεντρική Ευρώπη αναπτύχθηκε μια διαδικασία παραγωγής δαντέλας η οποία επεκτάθηκε και στη νότια Ευρώπη και μεταφέρθηκε επίσης στη βόρεια Αμερική μέσω των ιεραποστολών. Εν ολίγοις, η αποικιοκρατία παγκοσμιοποίησε
την παραγωγή και χρήση της.
Η μετάδοση της τεχνικής παραγωγής σε κάθε χώρα είχε ως αποτέλεσμα η κάθε μία να χρησιμοποιεί και να εντάσσει στοιχεία του δικού της πολιτισμού,
η τεχνική όμως παραμένει ακόμη και σήμερα η ίδια. Εκτός από τα κοσμικά ενδύματα η δαντέλα υπάρχει και σε κάποια ενδύματα της καθολικής εκκλησίας
ως μέρος του ενδυματολογικού κώδικα τελετών της. Στα γραφικά δρομάκια των πόλεων της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης βρίσκουμε σήμερα δαντέλες
βελγικού τύπου (Brussels lace), ιρλανδική και βενετσιάνικη. Κατά τόπους υπάρχουν και άλλες οι οποίες αναπαράγουν τοπικά χαρακτηριστικά.
σε διάφορα κοσμητικά σχέδια που επαναλαμβάνονται. Συνήθως έχει το σχήμα ταινίας και η μια της πλευρά τελειώνει σε γλώσσες σαν κύμα.
Τεχνικές παραγωγής δαντέλας είναι α) με βελόνα (needle lace), το ελληνικό (βελονάκι) β) με ξύλινες μπομπίνες (bobbin lace) το ελληνικό “κοπανέλι”.
Η τεχνική με το βελονάκι είναι γνωστή. Η εικόνα των γιαγιάδων αλλά και των νεότερων γυναικών να πλέκουν και να συζητούν είναι οικεία σε πολλούς από εμάς
αν όχι σε όλους. Η τεχνική με τις μπομπίνες, χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο παρελθόν, σήμερα χρησιμοποιείται σε μικρή κλίμακα και αναβιώνει σε μικρά εργαστήρια με συλλογικό χαρακτήρα σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Βασίζεται σε ένα σχέδιο αποτυπωμένο σε χαρτί το οποίο στερεώνεται σε ένα μαξιλάρι και πάνω του στερεώνονται μεγάλες καρφίτσες. Γύρω από τις καρφίτσες πλέκονται κλωστές δεμένες σε μικρές ξύλινες μπομπίνες τις οποίες, πολύ αριστοτεχνικά, χειρίζονται ανθρώπινα χέρια και δημιουργούν το σχέδιο.
Η Αρχαιότερη παρουσία δαντέλας στον ευρωπαϊκό χώρο μπορεί να θεωρηθεί αυτή της αρχαίας Ρώμης. Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει εργαλεία που μοιάζουν
με αυτά της παραγωγής δαντέλας τα οποία όμως δεν αναφέρονται σε πηγές.
Συγχρόνως δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα δείγματα κάποιας σχετικής τεχνικής για να αποδεικνύουν την παρουσίας της.
Η Σύγχρονη παρουσία της δαντέλας ξεκινά τον 15ο αιώνα. Αν και υπάρχει μια διαφωνία σχετικά με το αν η Ιταλία ή η Φλάνδρα είναι τα μέρη από όπου ξεκίνησε το πλέξιμο δαντέλας με τη βελόνα εντούτοις στη βόρεια και κεντρική Ευρώπη αναπτύχθηκε μια διαδικασία παραγωγής δαντέλας η οποία επεκτάθηκε και στη νότια Ευρώπη και μεταφέρθηκε επίσης στη βόρεια Αμερική μέσω των ιεραποστολών. Εν ολίγοις, η αποικιοκρατία παγκοσμιοποίησε
την παραγωγή και χρήση της.
Η μετάδοση της τεχνικής παραγωγής σε κάθε χώρα είχε ως αποτέλεσμα η κάθε μία να χρησιμοποιεί και να εντάσσει στοιχεία του δικού της πολιτισμού,
η τεχνική όμως παραμένει ακόμη και σήμερα η ίδια. Εκτός από τα κοσμικά ενδύματα η δαντέλα υπάρχει και σε κάποια ενδύματα της καθολικής εκκλησίας
ως μέρος του ενδυματολογικού κώδικα τελετών της. Στα γραφικά δρομάκια των πόλεων της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης βρίσκουμε σήμερα δαντέλες
βελγικού τύπου (Brussels lace), ιρλανδική και βενετσιάνικη. Κατά τόπους υπάρχουν και άλλες οι οποίες αναπαράγουν τοπικά χαρακτηριστικά.
Videos
|
|
|
Δαντέλα στη Νότια Ευρώπη
Μέχρι τον 19ο αιώνα η παραγωγή δαντέλας διαχέεται και στη νότια πλευρά της Ευρώπης στη Μάλτα, την Τουρκία και αλλού.
Στην Κύπρο αναπτύχθηκε περισσότερο η χρήση της βελόνας η οποία θεωρείται ότι αποτελεί συνέχεια της βυζαντινής παράδοσης, και όχι η δυτικού τύπου δαντέλα.
Η Ελληνική εκδοχή του bobbin lace / ξύλινες μπομπίνες είναι το κοπανέλι. Τη μέθοδο αυτή τη συναντάμε περισσότερο σε νησιωτικές περιοχές λόγω της επαφής τους με τα εμπορευματικά κέντρα της Ευρώπης. Ειδικά στη Xίο συναντάμε δαντέλα τύπου τορσόνι (torchon, Burano lace) από το ομώνυμο νησί της Βενετίας, καθώς και μικρού μεγέθους τελειώματα από μπιρμπίλα (από το τουρκικό Bir – biri που σημαίνει το ένα μετά το άλλο, στη σειρά). Η δαντέλα υπήρχε ως διακοσμητικό στοιχείο στις τοπικές ενδυμασίες διαφόρων χωριών. Κέντρα παραγωγής της ήσαν συνήθως τα γυναικεία μοναστήρια. H δαντέλα torchon είναι ένα είδος κοπανελιού που αναπτύχθηκε και στη Γαλλία, είναι πολύ λιτό και διαδόθηκε σε όλες τις χώρες της Eυρώπης. Tα σχέδια του είναι απλά, γεωμετρικά, ο αριθμός των κοπανελιών είναι σχετικά μικρός και χρησιμοποιήθηκε για να στολίσει σεντόνια και εσώρουχα.
Στην Κρήτη υπήρχε επίσης παραγωγή δαντέλας η οποία έφτασε μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα.
Η μοναχή Μηνοδώρα Αθανασάκη, από τα Χανιά, ήρθε στη μοναδική σχολή που υπήρχε τότε στην Αθήνα έμαθε το κοπανέλι και το δίδαξε στις υπόλοιπες μοναχές. Από τον 19ο αιώνα και μετά οπότε εκβιομηχανίσθηκε και έγινε μαζικότερη παραγωγή της δαντέλας το προϊόν έπαψε να αποτελεί προνόμιο της αριστοκρατίας και ήταν πια εφικτό και για τη μεσαία τάξη να την αποκτήσει. Η δαντέλα υπήρξε διαχρονικά ένας γυναικείος πόθος ο οποίος εξέφραζε λεπτό και ακριβό γούστο. Ιδιαίτερα μετά το γάμο της βασίλισσας Victoria το 1840 η δαντέλα εδραιώθηκε στη συνείδηση των γυναικών και καθόρισε τη σχέση τους με το γαμήλιο φόρεμα.
Παραδοσιακά οι νύφες επέλεγαν και ακόμη επιλέγουν το νυφικό τους να είναι εν μέρει ή εν συνόλω φτιαγμένο από δαντέλα.
* Τα κείμενα είναι από την Κα Μίνα Καραγιάννη Μουσειολόγο – Σύμβουλο Πολιτισμού και Επικοινωνίας
Μέχρι τον 19ο αιώνα η παραγωγή δαντέλας διαχέεται και στη νότια πλευρά της Ευρώπης στη Μάλτα, την Τουρκία και αλλού.
Στην Κύπρο αναπτύχθηκε περισσότερο η χρήση της βελόνας η οποία θεωρείται ότι αποτελεί συνέχεια της βυζαντινής παράδοσης, και όχι η δυτικού τύπου δαντέλα.
Η Ελληνική εκδοχή του bobbin lace / ξύλινες μπομπίνες είναι το κοπανέλι. Τη μέθοδο αυτή τη συναντάμε περισσότερο σε νησιωτικές περιοχές λόγω της επαφής τους με τα εμπορευματικά κέντρα της Ευρώπης. Ειδικά στη Xίο συναντάμε δαντέλα τύπου τορσόνι (torchon, Burano lace) από το ομώνυμο νησί της Βενετίας, καθώς και μικρού μεγέθους τελειώματα από μπιρμπίλα (από το τουρκικό Bir – biri που σημαίνει το ένα μετά το άλλο, στη σειρά). Η δαντέλα υπήρχε ως διακοσμητικό στοιχείο στις τοπικές ενδυμασίες διαφόρων χωριών. Κέντρα παραγωγής της ήσαν συνήθως τα γυναικεία μοναστήρια. H δαντέλα torchon είναι ένα είδος κοπανελιού που αναπτύχθηκε και στη Γαλλία, είναι πολύ λιτό και διαδόθηκε σε όλες τις χώρες της Eυρώπης. Tα σχέδια του είναι απλά, γεωμετρικά, ο αριθμός των κοπανελιών είναι σχετικά μικρός και χρησιμοποιήθηκε για να στολίσει σεντόνια και εσώρουχα.
Στην Κρήτη υπήρχε επίσης παραγωγή δαντέλας η οποία έφτασε μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα.
Η μοναχή Μηνοδώρα Αθανασάκη, από τα Χανιά, ήρθε στη μοναδική σχολή που υπήρχε τότε στην Αθήνα έμαθε το κοπανέλι και το δίδαξε στις υπόλοιπες μοναχές. Από τον 19ο αιώνα και μετά οπότε εκβιομηχανίσθηκε και έγινε μαζικότερη παραγωγή της δαντέλας το προϊόν έπαψε να αποτελεί προνόμιο της αριστοκρατίας και ήταν πια εφικτό και για τη μεσαία τάξη να την αποκτήσει. Η δαντέλα υπήρξε διαχρονικά ένας γυναικείος πόθος ο οποίος εξέφραζε λεπτό και ακριβό γούστο. Ιδιαίτερα μετά το γάμο της βασίλισσας Victoria το 1840 η δαντέλα εδραιώθηκε στη συνείδηση των γυναικών και καθόρισε τη σχέση τους με το γαμήλιο φόρεμα.
Παραδοσιακά οι νύφες επέλεγαν και ακόμη επιλέγουν το νυφικό τους να είναι εν μέρει ή εν συνόλω φτιαγμένο από δαντέλα.
* Τα κείμενα είναι από την Κα Μίνα Καραγιάννη Μουσειολόγο – Σύμβουλο Πολιτισμού και Επικοινωνίας
Βιβλία
Μουσεία
ΔΑΝΤΕΛΕΣ » Κοπανέλια » Ασπροκεντήματα » Χρωματιστό Κέντημα »Τρου-Τρου » Βαλανσιέ » Νάυλον Δαντέλες » Χρυσές Δαντέλες » Λασέ Δαντέλες